Αγαπώ θα πει χάνομαι….
Λάτρεψα τον τίτλο από την πρώτη στιγμή. Εκτός από ευφυέστατο, τον βρήκα τόσο τρυφερό, τόσο ρομαντικό, τόσο γεμάτο νοήματα, τόσο γεμάτο από αλήθεια… Και μόλις άνοιξα το βιβλίο, εκεί, μόλις στην πρώτη του σελίδα, έμεινα αρκετή ώρα, να διαβάζω και να ξαναδιαβάζω αυτό που η Ρένα είχε μεταφέρει από τα λόγια του μεγάλου Καζαντζάκη:« Τι είναι αγάπη; Δεν είναι συμπόνια, μήτε καλοσύνη. Στη συμπόνια είναι δύο, αυτός που πονάει κι αυτός που συμπονάει. Στην καλοσύνη είναι δύο, αυτός που δίνει κι αυτός που δέχεται. Μα στην αγάπη είναι ένας. Σμίγουν οι δύο και γίνονται ένα. Δεν ξεχωρίζουν. Το εγώ κι εσύ αφανίζονται. Αγαπώ θα πει χάνομαι….»
Όταν μπόρεσα να ξεκολλήσω από αυτές τις λίγες φράσεις που όμως ήξερα ότι θα έμεναν για πάντα μέσα μου και προχώρησα, μια νέα έκπληξη με περίμενε. Η Ρένα έγραφε όσα δεκάδες φορές έχω νιώσει κι εγώ. «Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς να γράφω….» ξεκίνησε και συνέχισε αναλύοντας: «Όμως για να ξεκινήσω το ταξίδι, χρειάζομαι μια πρόταση, μια ιδέα, μια χειρονομία, ένα βλέμμα. Όλοι οι άνθρωποι, όλα τα όντα, έμψυχα ή άψυχα, όλα κρύβουν κάτι, κάτι πολύτιμο μέσα τους, που σπρώχνει τον συγγραφέα, που τον ρίχνει πολλές φορές στα βαθιά νερά, χωρίς ούτε να ξέρει να κολυμπάει…» Διαβάστε με πολύ προσοχή αυτή την εισαγωγή, όλοι εσείς που η λέξη «συγγραφέας» σαν δημιουργεί απορίες για τον τρόπο και τον κόπο που δημιουργείται ένα βιβλίο και θα πάρετε όλες τις απαντήσεις. Μάθετε πόσες φορές είναι οι ήρωες που μας περιπαίζουν, μας εκδικούνται που θεωρούμε εαυτούς μικρούς θεούς της ζωής τους και κάνουν ότι εκείνοι θέλουν τελικά. Αποκτούν σάρκα και οστά και κινούνται αυτόνομα. Διαβάζοντας την εισαγωγή της Ρένας θα καταλάβετε την αίσθηση της απώλειας που συνοδεύει την λέξη τέλος κάθε βιβλίου, θα βιώσετε τους θανάτους που συντελούνται μέσα μας, όταν οι άνθρωποι (γιατί για μας είναι πια άνθρωποι) με τους οποίους ήμασταν καθημερινά για μήνες, φύγουν από κοντά μας. Κι ενώ η εισαγωγή, ο τίτλος με έχουν προκαταλάβει, ενώ ετοιμάζομαι να βυθιστώ σε μια ιστορία αγάπης κι αφού δεν έχω διαβάσει καν το οπισθόφυλλο γιατί δεν μ’ ενδιέφερε, ούτως ή άλλως λαχταρούσα να διαβάσω αυτό το βιβλίο, η συγγραφέας με ρίχνει στα βαθιά με το ξεκίνημα. Ένας θάνατος…. Μια τραγική σκηνή. Μυστήριο, θρήνος, πόνος, αστυνομία, ανακρίσεις.
Μέσα σε λίγες σελίδες η Ρένα με είχε στην κυριολεξία αρπάξει και με είχε κλείσει στο βιβλίο της. Σαν αναγνώστρια, θεωρώ αυτό το προσόν ανεκτίμητο για ένα βιβλίο και είμαι βέβαιη πως συμφωνείτε κι εσείς.
Ο Διονύσης Λέκκας λοιπόν είναι ο νεκρός, τον βρίσκει η οικονόμος του Γεωργία και υποθέτει ότι ο θάνατος ήρθε από την αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε, αλλά η αστυνομία πιστεύει ότι δολοφονήθηκε. Το τέλειο σκηνικό για ένα αστυνομικό θα μου πείτε. Η οικονόμος καλεί τις κόρες του εκλιπόντος και…. μέχρι εκεί.
Κάποτε ένα δικό μου βιβλίο το χαρακτήρισαν «βεντάλια» και μου άρεσε ο χαρακτηρισμός. Τώρα που βρέθηκα μπροστά σε κάτι τέτοιο, σ’ ένα μυθιστόρημα που από ένα κομβικό σημείο το βιβλίο «ανοίγει» και παρακολουθεί τις ζωές των ηρώων χωριστά πριν τους ενώσει και πάλι, κατάλαβα πόσο γοητευτική είναι αυτή η δομή για τον αναγνώστη και πόσο τον βοηθάει να καταλάβει χωρίς να μπερδεύεται.
Ο Διονύσης Λέκκας έχει τρεις κόρες και παρακολουθούμε τη ζωή της πρώτης , της Αλεξάνδρας και αμέσως μετά σειρά έχει η δεύτερη κόρη, η Μαρίνα που βρίσκεται στον αντίποδα της αδελφής της και η πρωτοπρόσωπη αφήγηση μας βοηθάει να μπούμε καλύτερα στην ψυχολογία των κοριτσιών. Κι ενώ είναι εκ διαμέτρου αντίθετες οι δυο τους, έχουν ένα κοινό, Δεν συμπαθούν ιδιαίτερα την μικρή τους αδελφή την Ελίνα, ένα πλάσμα διαφορετικό, ιδιαίτερο, ευαίσθητο.
Σειρά στην ιστορία έχει ο Δημήτρης, κατά τα φαινόμενα άσχετος με την υπόθεση και αυτό κεντρίζει ακόμα περισσότερο το ενδιαφέρον του αναγνώστη και τέλος έρχεται η ιστορία της οικονόμου Γεωργίας Λαμπρινού για να βάλει τα κομμάτια του πάζλ στη θέση τους και να προσφέρει την κάθαρση.
Είναι μαγικό που βλέπουμε κάποια από τα γεγονότα κοινά, αλλά κάτω από το πρίσμα κάθε γυναίκας ξεχωριστά. Που καταλαβαίνουμε μια απλή αλήθεια της ζωής. Κάθε τι που συμβαίνει, δεν έχει τις ίδιες επιπτώσεις σε όλους τους ανθρώπους. Μπορεί να το βιώσουν ταυτόχρονα, αλλά αυτό που αφήνει μέσα τους ή οι σκέψεις που δημιουργεί είναι κάτι διαφορετικό. Το μόνο που είναι κοινό, είναι τι μπορεί να κάνει η έλλειψη αγάπης σ’ ένα παιδί. Πόσο κοστίζει στην ενήλικη ζωή του η αδιαφορία μέσα στην οποία μεγάλωσε.
Κάθε πρόσωπο αυτού του βιβλίου κρύβει μια τραγικότητα, μια ψυχή βασανισμένη και εκεί που νομίζει ο αναγνώστης ότι μπορεί να ρίξει όλα τα λάθη στον Διονύση και στην Εύα, τους γονείς αυτών των παιδιών που μεγαλώνουν για να γίνουν συναισθηματικά ανάπηροι ενήλικες, έρχεται στο τέλος η επίγνωση της δικής τους τραυματισμένης ψυχής και όλα ανατρέπονται.
Επιπλέον η Αλεξάνδρα, που είναι τόσο η ίδια με τον πατέρα της που νομίζει ότι τον μισεί όταν η απόρριψή του την πληγώνει, ενώ μέσα της τον λατρεύει, θα οδηγήσει την ζωή της στα ίδια λάθος μονοπάτια που οδηγήθηκε και εκείνος.
Η Μαρίνα, τόσο ίδια με την μητέρα της, εγκλωβισμένη σε μια ζωή χωρίς νόημα και κυρίως χωρίς αγάπη. Πρώτη θα μάθει μια αλήθεια της ιστορίας που κρατάει για τον εαυτό της, μια αλήθεια που ανατρέπει την ιστορία, που την βάζει σε άλλο δρόμο.
Η Ελίνα…. Το ιδιαίτερο πλάσμα του βιβλίου που μας διδάσκει πόσο μεγάλος θησαυρός κρύβεται μέσα σε παιδιά που θεωρούμε ίσως και προβληματικά. Μια φιλόσοφος που βλέπει τη ζωή τόσο διαφορετικά και γι αυτό δεν φταίνε τα παράξενα ασπρογάλαζα μάτια της.
Και τέλος η Γεωργία που μέσα από την δική της ιστορία, διδάσκει πως καμιά φορά η αγάπη είναι για πάντα. Είναι για μέχρι τον θάνατο και πέρα από αυτόν.
Για μένα αυτός που έκανε μέσα μου την μεγάλη ανατροπή ήταν ο Διονύσης Λέκκας. Αυτόν ξεχώρισα σαν το πλέον τραγικό πρόσωπο αυτής της ιστορίας, ενώ στην αρχή για μένα ήταν ο απόλυτος θύτης, ο μόνος ένοχος για την καταστροφή των παιδιών του και της οικογένειάς του. Κι όμως στο τέλος, τον πόνεσα πραγματικά που δεν έμαθε, δεν ήξερε, δεν προσπάθησε να ξεφύγει από το κατεστημένο που του δίδαξαν. Ένας άνθρωπος που έχασε την ευτυχία γιατί όσο ισχυρός κι αν φαινόταν, τελικά ήταν ο πιο δειλός…..
Αυτό που χαρακτηρίζει τους ήρωες και οδηγεί την πορεία τους, είναι η παντελής έλλειψη συζήτησης και κυρίως η αποφυγή της αλήθειας. Όλοι την φοβούνται, όλοι την κρύβουν, τα μυστικά γίνονται βουνά και οι βράχοι που ξεφεύγουν από τον σωρό τσακίζουν τις ζωές τους, γίνονται τα εμπόδια προς την ευτυχία.
Θα μπορούσα να μιλάω ώρες γι αυτό το βιβλίο κι αυτό μου συμβαίνει όταν ένα ανάγνωσμα βουτάει βαθιά στην ανθρώπινη ψυχολογία, όταν οι χαρακτήρες του είναι τόσο πολυδιάστατοι, τόσο γοητευτικά γεμάτοι πάθη. Όταν η διαδρομή της ψυχής τους είναι τόσο δαιδαλώδης που ακολουθώντας την ψιθυρίζει δεκάδες μυστικά, αποκαλύπτει σαν διαμάντι πολλαπλές πλευρές.
Οι ήρωες της Ρένας έχουν όλα αυτά τα προσόντα και το αποτέλεσμα είναι ένα βιβλίο που δεν αφήνεις από τα χέρια σου, δεν μπορείς να το κάνεις, είσαι δέσμιος και υποταγμένος ν’ ακολουθείς την εξέλιξή του.
Πεποίθησή μου είναι ότι κάθε βιβλίο είναι ένα καράβι. Γερό σκαρί οι σελίδες του μπορούν να ταξιδέψουν μέχρι τα πέρατα του κόσμου την ψυχή μας. Το βιβλίο της Ρένας, είναι γερό αλλά και όμορφο, γοητευτικό, γλυκόπικρο. Η γραφή της, με την οποία πρώτη φορά συναντήθηκα, έχει μια σαγήνη, γιατί είναι απλή, κατανοητή, μεστή, κάθε λέξη της διαλεγμένη σωστά για να στοχεύσει στην καρδιά και το μυαλό μας.
Την ίδια την ξέρω λίγο…. Συναντηθήκαμε κάποιες φορές τυχαία και ανταλλάξαμε λίγες λέξεις , αλλά ήταν αρκετές για να καταλάβω ότι σαν άνθρωπος έχει την ίδια ευγένεια ψυχής που έχει και το βιβλίο της.
Λίγα λόγια για την συγγραφέα:
Η ΡΕΝΑ ΡΩΣΣΗ - ΖΑΪΡΗ γεννήθηκε στην Αθήνα. Τελείωσε το Αμερικανικό Κολέγιο Αγίας Παρασκευής, τη Σχολή Νηπιαγωγών Αθηνών και το Lοndon Montessori Centre. Είναι μέλος του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς. Έχει γράψει εκατόν πενήντα παιδικά βιβλία (δικά της και διασκευές), πέντε μυθιστορήματα για ενηλίκους και έχει μεταφράσει πάνω από χίλια τριακόσια βιβλία παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας. Έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία για τα βιβλία της και τη μεταφραστική της δουλειά.